Πέμπτη 23 Απριλίου 2015

Το παράθυρο της Νεφέλης




«Το παιδί μου… Βοήθεια. Έχασα το παιδί μου…»

Η τραγική μάνα νιώθει τον κόσμο να χάνεται.
Ποιο μυαλό και ποια καρδιά μπορούν να αντέξουν τόση πίεση, τόση τραγικότητα
μέσα σε μια στιγμή;

Ψάχνει στα μάτια των ανθρώπων γύρω της τη λύτρωση για τον χαμό της κόρης της.
Ψάχνει την ίδια της τη σάρκα, το αίμα της.
Μάταια όμως…
Το παιδί χάθηκε.

Της το άρπαξε ένα ζευγάρι μέσα από τα χέρια της, ένα καλοκαίρι στο Νυδρί της Λευκάδας, για να καλύψουν το κενό που είχαν στη ζωή τους.
Μαζί τους η Νεφέλη γνώρισε την αγάπη, το χάδι, το χαμόγελο, ώσπου ήρθε στον κόσμο ο αδελφός της.
Από τότε, όλα άλλαξαν…

Τα πινέλα και οι καμβάδες τη βοηθούσαν να δραπετεύει από την ασπρόμαυρη ζωή της, μέσα από ένα έγχρωμο παράθυρο.
Η γυναίκα και ο άνδρας που γνώρισε σαν γονείς την πλήγωσαν, την πόνεσαν, μέχρι να ανοίξει το παράθυρο… αλλά και τα φτερά της.

Αντιγόνη, Μελιτίνη, Αρετή.
Μπήκαν στη ζωή της για να της δείξουν την αγάπη, την ανθρωπιά.
Έρωτας, Αρρώστια, Λύτρωση.
Πόση δύναμη μπορούν να ασκήσουν πάνω της;

Τρίτη 14 Απριλίου 2015

Γύρισε σελίδα



Ο Άδωνης πάλεψε σκληρά στη ζωή του. Γνώρισε την πείνα, την εξαθλίωση, μα τα κατάφερε. Η αγάπη της Δανάης ήρθε να συμπληρώσει την ευτυχία του. Μα τα σχέδια της μοίρας είναι πολύπλοκα, κι αδιαφορούν για τις επιθυμίες των ανθρώπων. Σκιές από το παρελθόν ορθώθηκαν ξαφνικά μπροστά του αναγκάζοντάς τον να ντυθεί τα ρούχα του φυγά και να εγκαταλείψει χωρίς εξήγηση την αγαπημένη του.
Η Δανάη έμεινε απελπισμένη να τον ψάχνει, ενώ εκείνος μόνος κι απογοητευμένος από τη δικαιοσύνη, βρέθηκε να παλεύει με τις συγκυρίες και τη μικρότητα των ανθρώπων. Η τραγική διαδρομή του ανάμεσα σε δύο χώρες, θα αποδείξει πόσο κοντά στο έγκλημα μπορεί να βρεθεί κανείς όταν φτάσει σε κατάσταση απελπισίας.
Μόνη του παρηγοριά η αγάπη της Δανάης, που πάλευε για χάρη του από το δικό της μετερίζι. Αυτή ήταν η ανάσα, η ελπίδα του. Θα τον βοηθήσει άραγε η νοερή συντροφιά της μεγάλης του αγάπης να ξαναβρεί τον παλιό του εαυτό, να γυρίσει και πάλι στις παλιές του αξίες της τιμιότητας και της καλοσύνης;

Δευτέρα 13 Απριλίου 2015

219 Ημέρες βροχής



Βρέχει στη μικρή επαρχιακή πόλη. Μήνες ολόκληρους βρέχει διαρκώς νύχτα και μέρα. Κανένας δε θυμάται ξανά κάτι τέτοιο και όλοι απορούν. Πρώτα ήρθε το νερό, ασυγκράτητο ξεχύθηκε παντού, στους δρόμους, στα σοκάκια, μέσα στα σπίτια πάλευε να μπει. Ήρθε η υγρασία. Στον αέρα κάθισε, στους τοίχους, στα κόκαλα των ανθρώπων. Ήρθε κι η λάσπη, που κολλημένη πάνω στα παπούτσια τη σέρνανε μαζί τους. Η γκρίνια, η φαγωμάρα τούς κατάτρωγε. Φτάσαν στα όριά τους. Ώσπου συνήθισαν. Σιωπηλά το αποδέχτηκαν και συνέχισαν τη ζωή τους χολωμένοι. Τέλος, ήρθε και το μεγάλο κακό. Η συμφορά που αδιακρίτως χτύπησε τα σπιτικά τους. Ήρθαν οι φόνοι. Ο θάνατος. 
Σάββατο μεσημέρι βρήκαν το πρώτο θύμα, τη δωδεκάχρονη Κατίνα Τσαπακίδη. Ο Αστυνόμος Σκιάδας, ανήσυχος κι εξοργισμένος, ψάχνει να βρει το «ποιος» και το «γιατί». Κι αυτά που ανακαλύπτει τον τρομάζουν. Ο Τύπος, η κοινωνία, οι ανώτεροί του, μα πάνω απ’ όλα η συνείδησή του τον καταδιώκουν. Πολλά τα πρόσωπα, πολλά τα θύματα κι ο χρόνος τον πιέζει. Χάος γύρω του, βροχή και αίμα. Καράβι ακυβέρνητο ο κόσμος και ο Θεός απών. Ή μήπως όχι;

Κυριακή 5 Απριλίου 2015

Μια βόλτα στον παράδεισο





Στην προσπάθειά της να ορθοποδήσει και να ξεπεράσει το φιάσκο του γάμου της, απογοητευμένη η Ζωή καταφεύγει στη Σαντορίνη. Εκεί γνωρίζει την Άννα, ιδιοκτήτρια πανσιόν, που της προσφέρει δουλειά, και τη Μαργαρίτα, ξαδέλφη της Άννας. Στο νησί την ακολουθούν και οι δύο αγαπημένες της φίλες, η Δανάη και η Βίκυ.


Η μοίρα όμως έχει ένα παράξενο σχέδιο.


Στο μαγευτικό σκηνικό της Σαντορίνης οι πέντε κοπέλες θα μπλέξουν τις ζωές τους, θα βρεθούν αντιμέτωπες με μυστικά και ψέματα, με μίση και πάθη που θα έρθουν στην επιφάνεια και θα γνωρίσουν τον έρωτα εκεί που δεν το περιμένουν. Θα κλάψουν, θα πονέσουν, θα γελάσουν, θα θυμηθούν και, προπάντων, θα αναζητήσουν η καθεμιά το δικό της προσωπικό παράδεισο.


«Έφτασαν τελικά στο πολυπόθητο σημείο, εκεί που ο ήλιος σε λίγο θα τους αποχαιρετούσε.


Ακούμπησαν στο πεζούλι και περίμεναν.


Η Άννα κράτησε την ανάσα της παρατηρώντας το πιο φωτεινό αστέρι του στερεώματος να βυθίζεται σταδιακά ολοένα και περισσότερο μέσα στο νερό. Ο ουρανός άρχισε να αλλάζει χρώματα. Ήταν κόκκινος στην αρχή, έπειτα ακολούθησαν αποχρώσεις του ροζ και του μοβ, ντύνοντας με ένα γοητευτικό μανδύα τη στεριά και, τέλος, τη θάλασσα. Απέμεινε μόνο μια μικρή γραμμή, μονάχα μια ιδέα φωτός, που χάθηκε κι αυτή, την κατάπιε ο χρόνος, η ίδια η φύση, για να κυριαρχήσει το γαλάζιο που βάθαινε καθώς τα δευτερόλεπτα περνούσαν».

Template by:

Free Blog Templates