Παρασκευή 24 Αυγούστου 2012

ΕΡΩΤΑΣ ΣΤΗΝ ΟΜΙΧΛΗ

Μια μεγαλοαστική οικογένεια από την Ίμερα του Πόντου, έπειτα από τη γενοκτονία  του 1916, βρίσκει καταφύγιο σε ένα ορεινό χωριό της Πέλλας. Ο ένας γιος, ο Αριστοτέλης Αγριππίδης, ξενιτεύεται για σπουδές στην Αμερική και πλουτίζει με τα ματωμένα λεφτά της ποτοαπαγόρευσης. Επιστρέφει στο Μικροδέντρι της μετανάστευσης και γίνεται ο ευπατρίδης που κτίζει  την εκκλησιά και το σχολείο. Εκεί θα φτάσει ως πρωτοδιόριστη δασκάλα στα τέλη του ’70 η Αμαλία Αναγνώστου, με τη φλόγα στα μάτια και το πάθος να μεταλαμπαδεύσει τη γνώση  στα παιδιά μιας κλειστής αγροτικής κοινωνίας. Ο έρωτας σημαδεύει την Αμαλία με το τόξο του επίγονου Αριστοτέλη Αγριππίδη. Μα είναι γεμάτος σκιές και μυστικά. Η ομίχλη απλώνεται στο Μικροδέντρι όπως οι κρυφές ιστορίες των ανθρώπων του χωριού. Τα γάργαρα νερά του ποταμού γίνονται η ευλογία και η κατάρα του τόπου...
Ένα εξαιρετικό μυθιστόρημα που διατρέχει τη ραχοκοκαλιά της ελληνικής ιστορίας του εικοστού αιώνα αποτολμώντας να ρίξει φως στην ομίχλη.

ΟΙ ΑΓΓΕΛΙΑΦΟΡΟΙ ΤΟΥ ΠΕΠΡΩΜΕΝΟΥ

Μετά ΤΟ ΣΤΑΥΡΟΔΡΟΜΙ ΤΩΝ ΨΥΧΩΝ, η Κασσάνδρα και ο Ορέστης ανταμώνουν και πάλι σ’ ένα συγκλονιστικό μυθιστόρημα.
Στην αρχαία Ελλάδα η Αριάδνη έδωσε στον Θησέα το μίτο για να μπορέσει να βγει απ’ το λαβύρινθο και να τη συναντήσει ξανά. Έτσι και οι ψυχές, όταν φύγουν απ’ το γήινο περιβάλλον τους και προτού χαθούν στον συμπαντικό λαβύρινθο, αφήνουν πίσω το νήμα τους για να τις βρουν οι αγγελιαφόροι του πεπρωμένου.
Έτος 2361 μ.Χ. Στον πλανήτη Γη, ύστερα απ’ τη μεγάλη οικολογική καταστροφή, τίποτε πια δεν είναι το ίδιο. Η Άλμπα Βήτα Σμιτς, ανώτερη κυβερνητική υπάλληλος, έχει λάβει εντολή απ’ τον κρατικό υπολογιστή Στερν να προχωρήσει σε σύζευξη με τον Έλφιν Άλφα Κορτς, που ανήκει στην ανώτερη κατηγορία ανθρωποειδών. Ο Έλφιν, ένας σκληροπυρηνικός και φιλόδοξος νομικός σύμβουλος, είναι ο απόλυτος μηδενιστής, χωρίς συναισθήματα, αφού πιστεύει ότι η δύναμη της εξουσίας είναι η απόλυτη ευτυχία. Η Άλμπα θεωρεί τον εαυτό της προνομιούχο. Όλα όμως ανατρέπονται όταν εμφανίζεται στο δρόμο της ο Άντον Δέλτα Κορνέλ, που ανήκει σε κατώτερη κοινωνική κατηγορία. Κοντά του η Άλμπα ανακαλύπτει ότι η ονειρεμένη ζωή που πιστεύει ότι ζει δεν είναι παρά μια φυλακή, κατασκευασμένη απ’ το σύστημα. Και τότε συνειδητοποιεί ότι ο άνδρας αυτός είναι το πεπρωμένο της, από κάποια άλλη ζωή στο πολύ μακρινό παρελθόν, μα η σχέση μαζί του θα θέσει σε συναγερμό το σύστημα ασφαλείας του κράτους. Ωστόσο εκείνη δεν μπορεί να αντισταθεί στο κάλεσμα ενός πρωτόγνωρου συναισθήματος που λέγεται αγάπη…

Η ΓΥΝΑΙΚΑ ΠΟΥ ΗΞΕΡΕ ΜΟΝΟ ΝΑ ΑΓΑΠΑΕΙ

Ήταν δέκα ετών η Αλέκα όταν ανακάλυψε την καρτέλα της στην παιδόπολη Καβάλας. Επίθετο δίπλα στο όνομά της δεν υπήρχε. Υπήρχε όμως η λέξη «νόθο» να χαρακτηρίζει την ίδια, και η άγνωστη λέξη «ιερόδουλος» για τη μητέρα της. Εκείνη έχει αφήσει την Αλέκα, έξι χρόνων παιδί, στην παιδόπολη, χωρίς να δώσει ξανά σημεία ζωής, παρά πολλά χρόνια αργότερα. Η Αλέκα πέρασε όλη της τη ζωή παλεύοντας ν’αποδείξει ότι από αγκάθι βγαίνει ρόδο. Όσο κι αν την πλήγωσαν, όσο κι αν την απέρριψαν, εκείνη είχε πάντα μια χρυσή καρδιά γεμάτη αγάπη για όλους. Ο πατέρας που δε γνώρισε ζούσε πάντα μέσα στην ψυχή της, μαζί με τη λαχτάρα της κάποτε να τον συναντήσει.
Ένας αέναος αγώνας επιβίωσης, με συνταρακτικές αλήθειες ζωής στα χρόνια μιας πληγωμένης Ελλάδας. Η Αλέκα, μέσα σε αντίξοες συνθήκες, μέσα σε φτώχεια, μοναξιά, εγκατάλειψη και κάθε είδους δυσκολίες, θα παλέψει να επιβιώσει και να πραγματοποιήσει όλα της τα όνειρα· ανάμεσα σε αυτά, να ξαναβρεί τον πατέρα της.
Όλοι όσοι τη γνώρισαν την ίδια κουβέντα είχαν να πουν γι’ αυτήν: η Αλέκα δεν ήταν ένας συνηθισμένος άνθρωπος. Ήταν ένας άγγελος που έπεσε στη Γη κατά λάθος, μια γυναίκα που ήξερε μόνο να αγαπάει…

Η ΜΟΥΣΙΚΗ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ

«…από ένα γάμο στο ξωκλήσι του Αϊ-Λια θα ξεκινήσω να σου λέω την ιστορία, ένα γάμο που τον θυμάμαι σαν να ’ταν τώρα κι ας περάσανε κοντά σαράντα χρόνια από τότε».

Σε κάποια γωνιά της ελληνικής υπαίθρου στα τέλη της δεκαετίας του ’50, όπου η κλειστή κοινωνία καθρεφτίζει τη μιζέρια αλλά και την ισχύ της ανθρώπινης ύπαρξης, η 17χρονη Αρτεμισία γνωρίζει τη βίαιη όψη της ζωής και στιγματίζεται για πάντα. Θα ξαναβρεί το χαμόγελό της στα μάτια του νεαρού Κωστή και μαζί θα ονειρευτούν και θα σχεδιάσουν μια καλύτερη ζωή που θα τους οδηγήσει στην πόλη, αφήνοντας για πάντα πίσω το παρελθόν.

Ωστόσο, τα όνειρα και οι προσδοκίες τους θα ανατραπούν πολλές φορές ακόμα.

Τα σκαμπανεβάσματα της ζωής τους ακολουθούν τα κρεσέντα της μουσικής του κόσμου, της μουσικής που συνθέτει το σύμπαν ζυμώνοντας το καλό με το κακό, το μεγαλείο με τη μικρότητα, τις μονοδιάστατες κοσμικές χορδές τη μια με την άλλη…

ΑΣΥΝΗΘΙΣΤΗ ΠΡΟΤΑΣΗ

Στη Θεσσαλονίκη του σήμερα, του Μνημονίου, του ΔΝΤ, του Μεσοπρόθεσμου και της μεγάλης ανεργίας, ο Μιχάλης Βλαντής, πολιτικός μηχανικός που πλέον κερδίζει τα προς το ζην κάνοντας τον οδηγό σε ταξί, δέχεται μια ασυνήθιστη πρόταση από τον επιχειρηματία Αριστείδη Κοντογιώργη. Η πρόταση φαντάζει ανήθικη στον Βλαντή, όμως η αμοιβή που προσφέρει ο επιχειρηματίας είναι δελεαστική: πενήντα χιλιάδες ευρώ.
Ο νεαρός μηχανικός αποδέχεται την πρόταση και μπλέκει σε έναν παράφορο έρωτα με την αινιγματική Ελίζα Κοντογιώργη. Πολύ γρήγορα θα διαπιστώσει ότι έχει βρεθεί έξω από τον κόσμο του και θα βιώσει την ένταση του έρωτα, τον πόνο και την πρωτόγνωρη ευτυχία, την αλήθεια και το ψέμα, την αγάπη και το μίσος, τη θυσία και τον κίνδυνο του θανάτου. Κι όλα αυτά εναλλάσσονται διαδοχικά στους δρόμους και στις πλατείες τής πάντα ερωτικής Θεσσαλονίκης, που, όσο κι αν αλλάζουν οι εποχές, η φυσιογνωμία της παραμένει αναλλοίωτη.
Ένα μυθιστόρημα με απροσδόκητο τέλος που φανερώνει ότι τη ζωή δεν την καθορίζουν οι δυσκολίες που συναντάμε, αλλά η ικανότητά μας να τις προσπερνάμε.

Η ΚΟΡΗ ΤΗΣ ΑΝΕΜΩΝΗΣ

ΑΝΤΕΧΟΝΤΑΣ ΣΤΟ ΧΡΟΝΟ Τον Απρίλη του 1972, ο διάσημος Ελληνοαμερικανός ηθοποιός Άντριου Σαμπάνις ταξιδεύει ινκόγκνιτο από Νέα Υόρκη για Αθήνα, για να γνωρίσει την περιοχή όπου πρόκειται να γυριστεί μια ταινία με πρωταγωνιστή τον ίδιο, αλλά και για να απομονωθεί στη βίλα του, στον τόπο καταγωγής του, και να μελετήσει το ρόλο του. Δίπλα του ταξιδεύει μία Αθηναία δημοσιογράφος, ιδιοκτήτρια ενός κοσμοπολίτικου περιοδικού, η οποία τον αναγνωρίζει αλλά δεν του φανερώνει την ιδιότητά της. Η δημοσιογράφος στέλνει μία νεαρή συνάδελφό της στο θέρετρο όπου διαμένει ο διάσημος ηθοποιός, προκειμένου να πετύχει ένα ρεπορτάζ για το περιοδικό της που θα κάνει πάταγο. Έτσι αρχίζει μια συναρπαστική ιστορία, με συγκλονιστικά γεγονότα και απρόβλεπτη εξέλιξη. Οι ήρωες, κατάφορτοι από υψηλές αρετές αλλά και από απάνθρωπα πάθη, κινούνται στη Νέα Υόρκη, στην Αθήνα και στη Θεσσαλονίκη, στην πανέμορφη Κέρκυρα και στα γραφικά Ζαγοροχώρια της Ηπείρου, στα άγρια βουνά και στις μαγευτικές παραλίες της Κρήτης. Μία ιστορία που αρχίζει δειλά δειλά έναν Απρίλη, σαν πρελούδιο μιας συμφωνίας που θα ξεσπάσει σε κρεσέντο ένα βράδυ στην Επίδαυρο, είκοσι τρία χρόνια αργότερα.

ΑΠΟ ΑΓΑΠΗ

Μάγια και Αντιγόνη... Δύο γυναίκες σε τραγικά αδιέξοδα. Δύο γυναίκες αντιμέτωπες με αμείλικτα διλήμματα. Δημήτρης,  Ηρακλής,  Φίλιππος,  Αποστόλης... Κάποιοι ξέρουν να αγαπούν πραγματικά και κάποιοι άλλοι είναι προδότες. Ένας μικρόκοσμος τόσο δικός μας, ζωές σχεδόν παράλληλες με την καθημερινότητά μας...
Τι έκανε τη Μάγια να νιώσει προδομένη, να πνίξει βαθιά μέσα της τον μεγαλειώδη έρωτα που ζούσε με τον Δημήτρη και να χτίσει με λάθος υλικά τη ζωή της; Πώς θα αντιμετωπίσει τώρα την υποψία ότι εκείνος μπορεί να ήταν αθώος; Πώς κατέληξε η Αντιγόνη να συνδέσει το μέλλον της με έναν άντρα βίαιο που την ανάγκασε να φύγει από τον τόπο της κυνηγημένη, αφήνοντας πίσω της όνειρα και σταδιοδρομία; Πώς θα αντιδράσει τώρα που κινδυνεύει κυριολεκτικά η ζωή της; Τελικά είναι ο έρωτας λυτρωτής ή μήπως κάποιες φορές γίνεται τραχύς και βίαιος δυνάστης;
Ένα μυθιστόρημα που θα σας κάνει να βυθιστείτε στα πάθη της ανθρώπινης ψυχής και να νιώσετε την ανάταση του έρωτα, της ανυπόκριτης αγάπης και της φιλίας, αλλά και την προδοσία, τον εγωισμό και τη βία που συχνά αποτελούν τους μικρούς και μεγάλους δυνάστες της ζωής μας.

ΟΙ ΤΡΕΙΣ ΥΠΟΣΧΕΣΕΙΣ


Οι τρεις υποσχέσεις που έδωσε στον πατέρα της ήταν αυτό που κράτησε η Μυρτάλη και ρίζωσαν σαν γερό δέντρο στην καρδιά της. Η μοίρα της επέλεξε να έρθει στον κόσμο στις 20 Ιουλίου του 1974 στην Αμμόχωστο, την ημέρα της εισβολής του Αττίλα στην Κύπρο. Οι βομβαρδισμοί και η μυρωδιά του θανάτου ήταν αυτά που υποδέχτηκαν τον ερχομό της. Τα δραματικά γεγονότα που ακολούθησαν έγιναν η αιτία να αφυπνιστεί αργότερα το χάρισμα της συγγραφής που κουβαλούσε μέσα της και σύντομα να γίνει η αγαπημένη συγγραφέας του αναγνωστικού κοινού. Η Μυρτάλη τα έχει πλέον όλα. Φήμη, δόξα, πλούτη, έρωτα. Ή τουλάχιστον έτσι πιστεύει, μέχρι που οι παρασκηνιακές κινήσεις κάποιων ανθρώπων που αγάπησε την οδηγούν στον όλεθρο και την απόγνωση. Η ίδια βρίσκεται εγκλωβισμένη σ’ έναν εφιάλτη, που ως τότε πίστευε ότι μόνο η συγγραφική της πένα μπορούσε να εμπνευστεί. Οι τρεις υποσχέσεις, όμως, όρκος ιερός, είναι εκείνες που της δίνουν τη δύναμη να παλέψει. Γιατί το Βαρώσι είναι εκεί και την περιμένει…

Τετάρτη 22 Αυγούστου 2012

ΣΙΩΠΗΛΕΣ ΚΡΑΥΓΕΣ

Κωνσταντινούπολη, 1536. Ο Ιωάννης Νοταράς στραγγαλίζεται επειδή φυγάδευσε το γιο του Νικηφόρο στην Ενετοκρατούμενη Κέρκυρα, αντί να τον παραδώσει στο σουλτάνο Σουλεϊμάν για να ικανοποιεί τις ορέξεις του. Κι ενώ η γυναίκα και η κόρη του Νοταρά οδηγούνται στο χαρέμι, τα παράλια της Μεσογείου λεηλατούνται από τον αρχιπειρατή Μπαρμπαρόσσα. Σε αυτό το ιστορικό πλαίσιο ξετυλίγεται μια συναρπαστική αφήγηση όπου η ιστορία και ο μύθος συνδυάζονται με τρόπο μοναδικό, προσφέροντάς μας ένα αξέχαστο μυθιστόρημα! Μια ωδή στον έρωτα σε σύνθεση Γιώργου Πολυράκη!

ΤΑ ΔΑΚΡΥΑ ΤΩΝ ΑΓΓΕΛΩΝ

Η πρώτη φωτιά άναψε ύστερα από την ολοκληρωτική νίκη του Στρατού στον Εμφύλιο, το βράδυ της 30ής Αυγούστου του 1949, στο ύψωμα Κάμενικ, έπειτα στην Κιάφα, στο Τσάρνο, στην Αλεβίτσα. Όλη η πατρίδα μια φωτιά, ίδια ρομφαία των αγγέλων και των δακρύων. Όλη η πατρίδα μια παράλογη θυσία χωρίς θύτες και θύματα. Φαντάροι κι αντάρτες ρημαγμένες ψυχές, γονατισμένες, λιανισμένες από τα ψεύτικα τα λόγια, τα μεγάλα.
Αγγέλα, Μέλπω, Αριάδνη. Έτσι απόμειναν να κοιτάνε τις φωτιές ανήμπορες και ν’ αποχαιρετούν βουβά˙ μορφές και μοίρες του λαού μας αδικοχαμένες. Έτσι απόμειναν να σκέφτονται αυτούς που έφυγαν κι έσβησαν˙ τη Γιάννα από την Καστοριά, τη Φανή από τη Σαλονίκη, την Κατερίνα από την Αθήνα, τον Νίκο από την Ήπειρο, τον Θάνο από τη Θράκη. Έτσι απόμειναν οι δόλιες μάνες να συλλογιούνται και να πεθυμούν απελπισμένα, να στραγγίζουν το μέσα τους για το λειψό που τους απόμεινε˙ μια εικόνα, ένα χαμόγελο, μια λέξη έστω. Έτσι απόμειναν να καρτεράνε μια επιστροφή...
Μετά τις Κόρες της λησμονιάς και τις Μάνες της άδειας αγκαλιάς, η τρίτη πράξη στην τραγωδία του λαού μας. Μια τραγωδία δίχως «από μηχανής θεό». Δίχως κανένα Θεό. Χωρίς κανένα Έλεος.

ΟΙ ΜΑΝΕΣ ΤΗΣ ΑΔΕΙΑΣ ΑΓΚΑΛΙΑΣ


Γυναίκες του Εμφυλίου…Ψυχές που καρτεράνε τρεμοσβήνοντας…
Σαν την ψυχή της Μέλπως που συλλογιέται τη Φανούλα της, δεκαεξάχρονο κορίτσι, στον αγώνα με το τουφέκι. Παιδί την πήρε η ανάγκη μακριά, γυναίκα θα τη γυρίσει πίσω η ζωή. Αν υπάρχει ακόμη ζωή, συλλογιέται βαριά. Σαν της Αγγέλας την ψυχή, γονατισμένη μυστικά κάτω απ’ το εικονοστάσι. «Φέρ’ τους πίσω, Παναγιά μου», ψιθυρίζει τρέμοντας, «φέρε το γιο μου και φέρε και τον άντρα μου, κουράστηκα, Παναγία μου, λύγισα μονάχη να παλεύω». Και σαν την ψυχή της Αριάδνης, βουβή, χαμένη ανάμεσα στον πάνω και στον κάτω κόσμο. Ο άντρας της, ίσως κι η κόρη της, η Κατερινούλα της, στον κάτω κόσμο πια να βρίσκονται. Εκεί… εκεί μαζί τους είναι η θέση μου, συλλογιέται θλιμμένα. Εκεί και πουθενά αλλού.
Μετά τις ΚΟΡΕΣ ΤΗΣ ΛΗΣΜΟΝΙΑΣ, οι τρεις ηρωίδες αυτού του βιβλίου, μορφές και μοίρες του λαού μας, βορά σ’ έναν απάνθρωπο εμφύλιο σπαραγμό.

ΟΙ ΚΟΡΕΣ ΤΗΣ ΛΗΣΜΟΝΙΑΣ

Κοριτσάκι τόσο δα ήταν όταν την άρπαξαν από την αγκαλιά μου. Ένα μπουμπούκι το κορμάκι της που δεν αξιώθηκα να το δω ν’ ανθίζει. Δεν το χάρηκα. Δεν το χόρτασα. Μόνο τ’ αγκάθια˙ τ’ αγκάθια μόνο χόρτασα. Τα βράδια, όταν οι σκιές της αβάσταχτης απουσίας απλώνονταν και μ’ έπνιγαν, στα γόνατα έπεφτα, προσευχόμουν μόνο κι έλπιζα: «Κι αν σου ζητάω πολλά, Παναγιά μου, μάνα είσαι κι Εσύ και με νιώθεις. Σαν την αγάπη της μάνας, το ξέρεις –Θεέ μου!– όμοια δεν υπάρχει σ’ αυτό τον κόσμο που ’φτιαξες…».
Γυναίκες του εμφυλίου... Στάχυα που τα άλεθαν αλύπητα οι μυλόπετρες της Ιστορίας. Πατρίδα, κόμμα, προδοσίες, επαναστάσεις, αντάρτικα, σφαγές και, τέλος, το παιδομάζωμα. Η πιο απάνθρωπη, η πιο σκοτεινή σελίδα του αδελφοκτόνου σπαραγμού.
Γυναίκες του εμφυλίου... Κεριά αναμμένα. Σαν την Αγγέλα, τη Μέλπω και την Αριάδνη. Ρωτούσαν, έτρεχαν, πόρτες χτυπούσαν μέρα και νύχτα, με μια μονάχα ελπίδα. Πως ίσως ξανανταμώσουν μια μέρα τα βλαστάρια τους. Κάποιες τα κατάφεραν. Κάποιες άλλες όχι.
Γυναίκες του εμφυλίου...
Μάνες της άδειας αγκαλιάς.
Αυτή είναι η ιστορία τους...

ΧΩΡΙΣ ΧΕΙΡΟΚΡΟΤΗΜΑ

Η Ειρήνη πάντα πίστευε αυτό που έλεγε η γιαγιά της: «Το ουράνιο τόξο είναι η σκάλα που χρησιμοποιούν οι ψυχές για να φτάσουν στον ουρανό…» Έτρεχαν μαζί και αναζητούσαν την άκρη του, μικρό κορίτσι εκείνη στο χωριό της κοντά στα σύνορα. Όνειρό της να γίνει δασκάλα, αλλά η μοίρα είχε άλλα γραμμένα. Για να αποφύγει ένα γάμο που της κανονίζει ο πατέρας της, η Ειρήνη θα βρεθεί στην Αθήνα, και δίπλα στη θεία της, τη μεγάλη τραγουδίστρια Βένια, θα γνωρίσει την λάμψη της σόουμπιζ… αλλά και το σκοτάδι της.
Ο έρωτάς της με τον Μάξιμο θα γίνει βορά στα θηρία των μέσων μαζικής ενημέρωσης κι εκείνη θα τραβήξει πάνω της όλα τα πυρά και όχι μόνο τα τηλεοπτικά…
Ίσως ήρθε η στιγμή να τα αφήσει όλα πίσω. Αξίζει όμως μια ζωή χωρίς χειροκρότημα;

ΔΥΟ ΜΑΥΡΑ ΠΟΥΚΑΜΙΣΑ

Εκεί κοντά στον Ψηλορείτη, απ' όπου μπορούσαν να δουν με το καθάριο βλέμμα τους το πέταγμα των σταυραετών και τ' αντάριασμα τ' ουρανού, εκεί στα ευλογημένα κι άπαρτα χώματα, ο Μανούσος κι ο Σήφης ένωσαν το αίμα τους για να γίνουν σταυραδέλφια "ως το θάνατο".

Μεγάλωσαν σαν αληθινά αδέλφια, μέχρι που μπήκε στη ζωή τους η Μαρκέλλα, ένα σαγηνευτικό πλάσμα με μάτια γαλανά σαν τα βαθιά νερά του πελάγου, που έκανε τις καρδιές ν' αναστενάζουν σαν τη λύρα που φουντώνει.

Οι ζωές τους περιπλέχτηκαν και το πάθος πυρπόλησε την ύπαρξή τους σαν τη δυνατή ρακή που καίει τα σωθικά. Οι φλόγες θέριεψαν μέσα τους και τα όνειρα έγιναν εφιάλτες.

Κι όταν η Μαρκέλλα αποφάσισε να ακολουθήσει μόνη της το νήμα της δικής της ύπαρξης κόβοντας τα δεσμά που την ένωναν με το παρελθόν, το κουβάρι έγινε κόμπος, με εξέλιξη… σοκαριστική...

Αθώο και ένοχο αίμα ενώθηκαν ξανά στα δυο περήφανα μαύρα πουκάμισα…

ΤΟ ΚΟΡΙΤΣΙ ΣΤΗ ΦΩΛΙΑ ΤΗΣ ΣΦΗΓΚΑΣ

H Λίσμπετ Σαλάντερ καταστρώνει την εκδίκησή της απέναντι στον άνθρωπο που προσπάθησε να τη σκοτώσει και στις κυβερνητικές οργανώσεις που παραλίγο να καταστρέψουν τη ζωή της. Αλλά η αποστολή της δεν είναι εύκολη. Γιατί μετά τη σφαίρα που δέχτηκε στο κεφάλι, νοσηλεύεται στην Εντατική υπό στενή επιτήρηση, και όταν βγει θα οδηγηθεί στο δικαστήριο κατηγορούμενη για τρεις φόνους και μία απόπειρα δολοφονίας. Με τη βοήθεια του δημοσιογράφου Μίκαελ Μπλούμκβιστ και των συνεργατών του στο περιοδικό Μιλένιουμ, η Λίσμπετ θα πρέπει να αποδείξει την αθωότητά της αλλά και να καταγγείλει τους διεφθαρμένους πολιτικούς που έχουν αφήσει τους αδύναμους να γίνουν θύματα βίας και κατάχρησης. Θύμα και η ίδια, η Λίσμπετ είναι έτοιμη να αντεπιτεθεί και να αγωνιστεί με νύχια και με δόντια. Το τελευταίο βιβλίο της τριλογίας MILLENNIUM που έχει συναρπάσει εκατομμύρια αναγνώστες σε όλο τον κόσμο.

ΤΟ ΚΟΡΙΤΣΙ ΠΟΥ ΕΠΑΙΖΕ ΜΕ ΤΗ ΦΩΤΙΑ

H Λίσμπετ Σαλάντερ, ιδιοφυΐα στους υπολογιστές, δε διστάζει μπροστά σε τίποτα προκειμένου να πετύχει το στόχο της. Δεν ξεχνά και δε συγχωρεί, και όταν συναντά διαφθορά και κακοποίηση, ιδίως απέναντι σε γυναίκες, είναι ανελέητη. Κηρύσσοντας πόλεμο σ’ αυτούς που κινούν τα νήματα της βιομηχανίας του εμπορίου σαρκός χρησιμοποιεί τις ικανότητές της ως χάκερ για να βοηθήσει στην έρευνα που έχει ξεκινήσει ο Μίκαελ Μπλούμκβιστ, εκδότης του περιοδικού Μιλένιουμ. Εμπλέκεται, όμως, άθελά της σε μια διπλή δολοφονία, ενώ η αστυνομία την κυνηγά και για έναν τρίτο φόνο. Όλα τα στοιχεία την ενοχοποιούν και τα δακτυλικά της αποτυπώματα έχουν βρεθεί στο όπλο του εγκλήματος. Καθώς όλες οι δυνάμεις στη Σουηδία αλλά και αποφασισμένοι εγκληματίες είναι στα ίχνη της, η Λίσμπετ δεν έχει άλλη επιλογή: πρέπει να ανακαλύψει και να ξεσκεπάσει την αλήθεια προτού είναι αργά για την ίδια της τη ζωή.
Το δεύτερο βιβλίο της τριλογίας Millennium που έχει σαρώσει τα βραβεία και έχει ενθουσιάσει κριτικούς και αναγνώστες σε όλο τον κόσμο. Ένα μνημειώδες πολιτικοοικονομικό αλλά και ερωτικό θρίλερ που προκάλεσε αίσθηση σε όλη την Ευρώπη!

ΤΟ ΚΟΡΙΤΣΙ ΜΕ ΤΟ ΤΑΤΟΥΑΖ

H Χάριετ Βάνιερ εξαφανίστηκε πριν από τριάντα έξι χρόνια κατά τη διάρκεια ενός καλοκαιρινού φεστιβάλ στο σουηδικό θέρετρο Χέντεμπι. Παρά τις έρευνες της αστυνομίας, δε βρέθηκε ποτέ κανένα ίχνος της δεκαεξάχρονης κοπέλας. Το έσκασε; Έπεσε θύμα απαγωγής; Ή θύμα δολοφονίας; Κανείς δε γνωρίζει - η υπόθεση έκλεισε, όλοι ξέχασαν τις λεπτομέρειες. Όλοι, εκτός από το θείο της Χάριετ, τον Χένρικ Βάνιερ, έναν ηλικιωμένο βιομήχανο, που έχει βάλει σκοπό της ζωής του να λύσει το μυστήριο προτού πεθάνει. Στους τοίχους του γραφείου του υπάρχουν σαράντα τρία κορνιζαρισμένα λουλούδια. Τα επτά πρώτα ήταν δώρα από την ανιψιά του. Τα υπόλοιπα έφταναν ανώνυμα κάθε χρόνο στα γενέθλιά του. Έτσι αρχίζει το MILLENNIUM, μια περιπέτεια εγκλήματος και τιμωρίας, σεξουαλικής διαστροφής και οικονομικής απάτης, αλλά και μια τρυφερή ερωτική ιστορία ανάμεσα σε έναν κατατρεγμένο δημοσιογράφο και ένα ανορεκτικό κορίτσι με τατουάζ, άσο στους υπολογιστές. Ένα μνημειώδες πολιτικοοικονομικό αλλά και ερωτικό θρίλερ που προκάλεσε αίσθηση σε όλη την Ευρώπη!

ΟΙ ΚΟΡΕΣ ΤΗΣ ΑΥΓΗΣ

«Τα παιδιά όταν είναι μικρά μας αγαπούν. Όταν μεγαλώσουν, μας κρίνουν, κι αν είμαστε τυχεροί, καμιά φορά μάς συγχωρούν».
Έπειτα από δυο γιους, μια κόρη λαχταρούσε να αποκτήσει ο Λάμπρος. Τα καταφέρνει, μα τη μοιραία αυγή χάνει πάνω στη γέννα τη γυναίκα του και όλα αλλάζουν. Το κορίτσι μεγαλώνει ανάμεσα σε τρεις άντρες που την απορρίπτουν και δεν την αγαπούν. Διάγνωση; Συναισθηματική αναπηρία. Κάπου αλλού, μια άλλη κοπέλα μεγαλώνει με αγάπη, αλλά καθηλωμένη σε αναπηρικό καροτσάκι. Η δική της αναπηρία; Σωματική. Άραγε ποια υποφέρει περισσότερο; Οι κόρες της αυγής θα καταφέρουν να ενωθούν για να γεμίσουν τα κενά της μισής ζωής τους; Όπως και να ’χει, όταν η μοίρα αποφασίζει να μιλήσει, κανένας δεν μπορεί να της κλείσει το στόμα.

ΟΣΟ ΑΝΤΕΧΕΙ Η ΨΥΧΗ

«Τελικά, Ηρώ, ο νονός σου μισό το άφησε το όνομά σου. Ηρωίδα έπρεπε να σε βαφτίσει!» κι εκείνη της είχε απαντήσει: «Δεν ήξερε τότε τι με περίμενε στη ζωή μου, αλλά και να το ήξερε, μάλλον θα το θεώρησε υπερβολικό και προτίμησε να το κόψει και να με βαφτίσει Ηρώ, αφήνοντας το υπόλοιπο να πλανάται σαν απειλή…»
Από την ημέρα που γεννιέται η Ηρώ, η ζωή της είναι ένας αγώνας για επιβίωση. Δύσβατοι όλοι οι δρόμοι που κλήθηκε να βαδίσει, σαν κοριτσάκι, σαν έφηβη, σαν νέα κοπέλα, σαν γυναίκα. Θα χρειαστεί να αντιπαλέψει τον νοσηρό «πατριό» της, να αντιμετωπίσει ένα βίαιο σύζυγο αργότερα, με την οικονομική καταστροφή και τη φυγή της στην Κύπρο και να δώσει τη μεγαλύτερη μάχη απ’ όλες: να σώσει τα παιδιά της από τις λανθασμένες επιλογές τους.
Δίπλα της η Αλεξάνδρα. Μια μυστηριώδης, σκοτεινή γυναίκα, που μόνο στην Ηρώ θα δείξει το φωτεινό της πρόσωπο. Είναι η μόνη που μπορεί ν’ αφουγκραστεί το λυγμό της ψυχής της. Η μόνη που θα σταθεί στο πλευρό της όταν η Ηρώ αναγκαστεί να γίνει ένας άλλος άνθρωπος για να προστατέψει τους αγαπημένους της και να νικήσει…

Η ΦΙΛΗ ΣΟΥ ΡΟΖΑΛΙΑ

Μια επαρχιακή πόλη. Κάπου στην Ελλάδα. Μικρό το μέρος, μικροί οι καιροί, και τα μυαλά του κόσμου ακόμα πιο μικρά. Και η Ροζαλία. Ένα κορίτσι ανυποψίαστο, που μπαίνει στη ζωή με την καρδιά γεμάτη εμπιστοσύνη και αγάπη. Μέχρι που θα γνωρίσει την ανθρώπινη κτηνωδία στην πιο χυδαία της μορφή. Έκπληξη. Τραύμα ανίατο. Απελπισία. Αποδιωγμένη από τους δικούς της παλεύει να βρει πατήματα για να σταθεί όρθια, κουβαλώντας βαθιά μέσα της ένα φοβερό μυστικό. Βάρος ασήκωτο. Κανείς δεν πρέπει να το μάθει. Σε κανέναν δεν μπορεί να το εμπιστευθεί. Μόνο στον Θεό... Ο Θεός, αν μη τι άλλο, είναι εχέμυθος! Ένα πρωτότυπο και συγκλονιστικό μυθιστόρημα, που διαβάζεται με αμείωτο ενδιαφέρον μέχρι την τελευταία του σελίδα. Η Ροζαλία είναι το παιδί που κρύβουμε μέσα μας.

ΤΑ ΔΑΚΡΥΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ

Λένε πως εμάς τις πουτάνες, κάθε φορά που ο Θεός μάς βλέπει δακρύζει... Δακρύζει από ντροπή, μια και σε μας δεν περισσεύει. Μα αν ο Θεός δακρύζει, ο Θάνατος μας χρωστάει! Ονομάζομαι Ευγενία Φράνκου και είμαι πλέον ογδόντα χρονών. Τα τελευταία τριάντα χρόνια ζω σε μια μικρή γραφική πόλη της Βόρειας Ελλάδας, όπου χαίρω απέραντου σεβασμού. Κανείς δε γνωρίζει ότι πίσω από το αξιότιμο όνομά μου κρύβεται το Τζενάκι που πολλά χρόνια πριν ήταν το πρώτο όνομα της Τρούμπας. Δε γνωρίζετε την Τρούμπα; Α, τότε, φίλτατε, πρέπει να είστε πολύ νέος. Κι ενώ πίστευα ότι είχα λησμονήσει το παρελθόν μου, εκείνο, καθώς φαίνεται, δε με ξέχασε και μετά από τόσα χρόνια χτύπησε ξαφνικά την πόρτα μου.

Η ΝΥΦΗ ΦΟΡΟΥΣΕ ΜΑΥΡΑ

Σεπτέμβρης του '22. Η νεαρή Αντριανή καταφτάνει στη Σαλονίκη μαζί με το υπόλοιπο ανθρώπινο κοπάδι των προσφύγων. Πεντάρφανη και ολομόναχη, με δυο μάτια πράσινα, μαγικά σαν τα βοτάνια της, θα βρει στήριγμα σε μια καλοκάγαθη ηλικιωμένη Πόντια. Στο ξεδίπλωμα του χρόνου, με τις ανταλλαγές των πληθυσμών, θα εγκατασταθεί σ' ένα μουσουλμανικό χωριό της Μακεδονίας. Εκεί, ανάμεσα σε ανθρώπους πονεμένους που μιλούν ελληνικά, τουρκικά, ποντιακά κι αρμένικα, και που προσπαθούν να στηρίξουν τις ψυχές και τις ζωές τους, η Αντριανή θα αποθέσει την ευτυχία της στα χέρια του ρωμαλέου Άρη με την ηράκλεια δύναμη. Θα προκαλέσει τη μοίρα φορώντας ένα μαύρο φόρεμα για νυφικό. Κι αυτή θα δεχτεί την πρόκληση… Σε μια Ελλάδα που ανεμοδέρνεται στις θύελλες του εικοστού αιώνα, μια γυναίκα τολμά να ορθώσει το ανάστημά της απέναντι σε μια κοινωνία, όπου τον πρώτο λόγο έχει ο άντρας και η πεθερά, για να αναδειχτεί πληγωμένη αλλά νικήτρια.

ΤΟ ΣΤΑΥΡΟΔΡΟΜΙ ΤΩΝ ΨΥΧΩΝ

Η Ελληνοαμερικανίδα Κάσι Πάλμερ ζει στην Καλιφόρνια, στο Λος Άντζελες, παντρεμένη και ευτυχισμένη επί είκοσι δύο χρόνια με τον επιτυχημένο πλαστικό χειρουργό των σταρ του Χόλιγουντ, Σταν Πάλμερ, όταν κάποια περίεργα όνειρα έρχονται να ταράξουν τον ύπνο και την καθημερινότητά της. Η Κάσι αρχίζει να αναζητά τις λησμονημένες παιδικές της αναμνήσεις, στη γη του πατέρα της, στο νησί της Αμοργού, στην Ελλάδα. Εκεί την περιμένει το πεπρωμένο της και η Κάσι αντιλαμβάνεται ότι δεν είναι πια ο ίδιος άνθρωπος. Δύο άλλες γυναίκες, που έζησαν πολλά χρόνια πριν από εκείνη, την αναζητούν, ρίχνοντας τις σκιές τους στα όνειρά της και διεκδικώντας μερίδιο από τη ζωή της. Η Κάσι αφήνεται στα χέρια τους, αψηφώντας κάθε νόμο της λογικής, όταν διαπιστώνει ότι ένας μεγάλος ανεκπλήρωτος έρωτας ζητά να αναστηθεί μέσα από τη δική της ύπαρξη. Μια σαρωτική θύελλα γεγονότων μαστιγώνει το παρόν της, ενώ ένα τραγικό παρελθόν ζητάει να δικαιωθεί. Ποιες είναι αυτές οι γυναίκες που σέρνουν ακόμη τις φιγούρες τους μέσα στους αιώνες; Ποιος είναι αυτός ο άνδρας που τις αγάπησε τόσο πολύ; Ένα μεταφυσικό αισθηματικό θρίλερ της γνωστής συγγραφέως Χρυσηίδας-Χρύσας Δημουλίδου που θα σας καθηλώσει, θα σας προβληματίσει και ίσως σας λυτρώσει από τους επίγειους φόβους σας.

ΤΟ ΦΘΟΝΟΠΩΡΟ ΤΗΣ ΜΑΓΙΣΣΑΣ


Η Μυρσίνη, καρπός του παράφορου έρωτα ενός Μακεδόνα και μιας Τσιγγάνας, μεγαλώνει ανάμεσα στους διαφορετικούς κόσμους του πατέρα και της μητέρας της, νιώθοντας πως δεν ανήκει απόλυτα σε κανέναν. Στα εννιά της χρόνια, όταν την εγκαταλείπει η μητέρα της, η μικρή Μυρσίνη πρέπει ν’ αντιμετωπίσει ολομόναχη το παράξενο χάρισμά της, την έκτη αίσθηση που έχει κληρονομήσει από την τσιγγάνα προγιαγιά της.
Αδυνατώντας να διαχειριστεί ένα χάρισμα που το βλέπει σαν κατάρα, το καταπιέζει και εντάσσεται στον κόσμο του πατέρα της. Πολλά χρόνια αργότερα, γυναίκα πια, επισκέπτεται για πρώτη φορά με το μνηστήρα της τον τόπο καταγωγής της για να τακτοποιήσει τις κληρονομικές της υποθέσεις. Κι εκεί γνωρίζει τον Στέφανο Βρεττό, έναν άντρα που ανατρέπει όλες τις βεβαιότητες της ζωής της.
Στη φθινοπωρινή Μακεδονία, ο διαισθητικός της εαυτός αφυπνίζεται έπειτα  από ένα λήθαργο που κράτησε είκοσι χρόνια. Κι ενώ η Μυρσίνη παλεύει με τα χαώδη συναισθήματά της, ένας άγνωστος εχθρός επιβουλεύεται τη ζωή της…

ΛΕΥΚΗ ΟΡΧΙΔΕΑ

«Ήθελα να σου πάρω ένα ρολόι για να θυμάσαι κάθε ώρα και λεπτό πόσο σ’ αγαπώ». Ο Μάρκος έσυρε το δάχτυλό του στην πλατινένια αλυσίδα. «Στο ρολόι αυτό βρίσκεται όλη η αγάπη μου – όλη, ακούς;». Σε μια ονειρική παραλία ανθίζουν το καλοκαίρι οι λευκές ορχιδέες της άμμου.  Και στο εύφορο κτήμα δίπλα στην ακτή μεγαλώνουν τέσσερις αχώριστοι φίλοι: ο Νικηφόρος και η Έλλη, δίδυμα αδέλφια, παιδιά του κτηματία· η Φιλιώ, κόρη του θυρωρού του κτήματος· κι ο Αντώνης, γιος ενός φτωχού ψαρά. Οι ακατάλυτοι δεσμοί που τους ένωσαν από τα παιδικά τους χρόνια τούς συνοδεύουν στα πρώτα εφηβικά σκιρτήματα, αλλά και ως ενηλίκους, όταν η Έλλη αποφασίζει να θυσιάσει τον μεγάλο έρωτα της ζωής της για να διασφαλίσει το μέλλον του αδελφού της, ενώ η Φιλιώ υποφέρει βουβά από τον χωρίς ανταπόδοση έρωτά της για τον Νικηφόρο. Αμείλικτα παιχνίδια της μοίρας και ραδιουργίες αδίστακτων ανθρώπων οδηγούν σε χωρισμούς, προδοσίες και ατυχήματα με τραγικές συνέπειες∙ ωστόσο, σε κάθε σκληρή δοκιμασία υπάρχει πάντα ένα ανεκτίμητο στήριγμα: η αγάπη σε όλες τις μορφές της – ερωτική, αδελφική, φιλική, μητρική. Γιατί η αληθινή αγάπη είναι σαν τη λευκή ορχιδέα: ριζωμένη γερά στην άμμο, αψηφά τα καταστροφικά στοιχεία της φύσης και τα αδέξια ποδοπατήματα των ανθρώπων κι ανθίζει ξανά με το πρώτο φιλί της άνοιξης.

ΜΑΤΙΑ ΜΟΥ

Εκείνο το απόγευμα, κάθονταν στο μόλο, πάνω στα δίχτυα των ψαράδων. Της είχε προτείνει ο Λουκάς να καθίσουν να απολαύσουν το ηλιοβασίλεμα. Η Λένα μύριζε τον αέρα, ανάσαινε την αλμύρα της θάλασσας και ρουφούσε τα λόγια του με ακόρεστη δίψα. «Μακάρι να μπορούσες να το δεις, Λενιώ…». «Το βλέπω, Λουκά. Το βλέπω μέσα από σένα. Εσύ είσαι τα μάτια μου».
Ο Λουκάς και η Λένα, η τυφλή φίλη του, αγαπιόνταν από παιδιά. Ονειρεύονταν να παντρευτούν και να ζήσουν ευτυχισμένοι στο χωριό τους. Αλλιώς, όμως, τα ’φερε η τύχη… Τριάντα χρόνια αργότερα, οι ίδιοι πρωταγωνιστές θα ξανασυναντηθούν κάτω από πολύ ιδιόμορφες συνθήκες, σε διαφορετικούς ρόλους αυτή τη φορά. Άραγε, άντεξε στο χρόνο εκείνη η αγάπη; Μια συγκλονιστική ιστορία αγάπης, έρωτα και πάθους, μέσα από δυο μάτια που δεν είδαν ποτέ το φως του ήλιου.

Ο ΛΥΚΟΣ ΤΗΣ ΜΟΝΑΞΙΑΣ

Ξημερώματα Χριστουγέννων του 1984, στο Σπαντάου, στο Βερολίνο, ένας άνδρας αυτοκτονεί πέφτοντας στα παγωμένα νερά του ποταμού Χάφελ. Ο θάνατός του θα γεννήσει το λύκο της μοναξιάς. Στις 23 Οκτωβρίου του 1994, η άγρια δολοφονία μιας γυναίκας στο Βερολίνο συγκλονίζει τη Γερμανία. Εκείνο το βράδυ ο λύκος θα ουρλιάξει για πρώτη φορά. Η υπόθεση θεωρείται ανεξιχνίαστη και μπαίνει στο αρχείο. Χρόνια αργότερα, η πανέμορφη νεαρή γυμνάστρια Σοφιάννα Δρανά επιθυμεί να ζήσει το όνειρο των πλουσίων με οποιοδήποτε τίμημα, γι’ αυτό και δε διστάζει να χρησιμοποιήσει την εμφάνισή της για να το πετύχει. Χωρίς να το γνωρίζει όμως βρίσκεται κι αυτή στο μάτι του κυκλώνα. Στις 16 Φεβρουαρίου του 2008 χιονίζει πολύ στην Αθήνα και ο λύκος ουρλιάζει ξανά. Η υπαστυνόμος Α΄ Ευρυδίκη Τζελή, που αναλαμβάνει την υπόθεση μιας πρωτοφανούς δολοφονίας η οποία συγκλονίζει την Ελλάδα, παρατηρεί κάτι που δεν έχει προσέξει κανείς. Από εκείνη τη στιγμή η ζωή της κινδυνεύει, δίχως όμως να το γνωρίζει. Σαν ουρλιάζει ο λύκος της μοναξιάς, καραδοκούν οι μνήμες και ξυπνάει ένας δολοφόνος…
Η Χρυσηίδα Δημουλίδου επανέρχεται δυναμικά στο αστυνομικό μυθιστόρημα με μία ιστορία που εκτυλίσσεται μεταξύ Ελλάδας και Βερολίνου και θα σας αφήσει με κομμένη την ανάσα.

ΑΓΑΠΩ ΘΑ ΠΕΙ ΧΑΝΟΜΑΙ

H Αλεξάνδρα, η Μαρίνα και η Ελίνα μεγαλώνουν σε ένα αρχοντικό όπου βασιλεύει η αδιαφορία. Έχουν τα πάντα αλλά τους λείπει το πιο βασικό: η αγάπη. Ακολουθούν το πεπρωμένο τους, ερωτεύονται με πάθος, χωρίζουν. Ταξιδεύουν παρέα με τα περιστέρια της καρδιάς τους στο απέραντο γαλάζιο του Αιγαίου και στην Καλντέρα της Σαντορίνης, πετούν πάνω από τις πλατείες της Φλωρεντίας, χορεύουν με τον ήλιο της ερήμου στη χλιδή των Αραβικών Εμιράτων, προσπαθούν με πείσμα να ανακαλύψουν τι θα πει «σ’ αγαπώ». Σε μια παράλληλη διαδρομή, παρών είναι και ο Δημήτρης, που σμίγει μυστικά με αλήθειες τραγικές, μπλεγμένος εν αγνοία του στον ίδιο οικογενειακό ιστό. Τέσσερις ήρωες που ερωτεύονται, πονούν, χαίρονται, συγκρούονται, αναρωτιούνται ως πού μπορεί να φτάσει ένας άνθρωπος που αγαπάει. Ίσως και μέχρι το φόνο; Είναι ποτέ δυνατόν; Έχει, άραγε, όρια η αγάπη;

Template by:

Free Blog Templates